- ουλτραμαρίνα
- η, και ουλτραμαρίνο, τοχημ. ονομασία ωραίου κυανού χρώματος το οποίο παλαιότερα λαμβανόταν με κονιοποίηση τού ορυκτού λαζουρίτη, ενώ σήμερα η τεχνητή ουλτραμαρίνα παρασκευάζεται με σύντηξη καολίνη, άνυδρου ανθρακικού νατρίου και θείου και χρησιμοποιείται για το πλύσιμο και τον καθαρισμό λευκών υφασμάτων, όπως το ινδικό λουλάκι, για την παρασκευή υδροχρωμάτων, ελαιοχρωμάτων κ.λπ.
Dictionary of Greek. 2013.